Τα βάμματα προέρχονται από την εμβάπτιση βοτάνων σε αλκοολούχο διάλυμα συνήθως καθαρό οινόπνευμα, για μία περίοδο 4-6 εβδομάδων. Τα ενεργά συστατικά του βοτάνου διαλύονται και δημιουργείται το βάμμα, που διατηρεί όλα ενεργά συστατικά του βοτάνου. Eίναι πολύ πιο δραστικά από τα εγχύματα και τα αφεψήματα. Υπερτερούν επίσης των συμπληρωμάτων διατροφής σε μορφή χαπιού, γιατί δεν περιέχουν χημικές ουσίες και συντηρητικά και απορροφώνται πολύ πιο αποτελεσματικά από τον οργανισμό.
Οι πληροφορίες που αναφέρονται δεν υποκαθιστούν ιατρική συμβουλή ή γνωμάτευση. Οι αναγραφόμενες ιδιότητες αναφέρονται στα συστατικά του προϊόντος και βασίζονται σε βιβλιογραφικές αναφορές και επιστημονικές έρευνες. Τα βάμματα βοτάνων είναι πολύ δραστικά και γι αυτό πρέπει να καταναλώνονται σύμφωνα με τις οδηγίες χρήσης τους.
Όλα τα βάμματα βοτάνων παρασκευάζονται κάτω από τις αυστηρότερες Ευρωπαϊκές προδιαγραφές και με βάση τις απαιτήσεις και προϋποθέσεις του Ευρωπαϊκού GMP (GoodManufacturingPractice)
Στη σύγχρονη βοτανοθεραπεια ο Λυκισκος χρησιμοποιείται από τους ειδικούς κυρίως για την αντιμετώπιση διαταραχών του νευρικού και του πεπτικού συστήματος (συμπεριλαμβανομένης και της ανορεξίας). Έρευνες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια τείνουν στο συμπέρασμα πως η κατανάλωση Λυκίσκου επιδρά στο κεντρικό νευρικό σύστημα - δεν είναι ένα απλό μυοχαλαρωτικό (έχει και αυτή την ιδιότητα) όπως είχαν αρχικά υποστηρίξει κάποιοι ερευνητές. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο Λυκίσκος να θεωρείται αποτελεσματικός στην καταπολέμηση του άγχους, της υπερέντασης, της νευρικότητας, της κατάθλιψης και της αϋπνίας. Ουσιαστικά ο Λυκίσκος θεωρείται πως έχει έντονα ηρεμιστικές και υπνωτικές ιδιότητες.
Όσο αφορά την επίδραση του Λυκίσκου στην αντιμετώπιση στομαχικών διαταραχών, αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο στη σπασμολυτική του δράση.
Πρόκειται για μυοχαλαρωτική δράση - γεγονός που εξηγεί την αποτελεσματικότητα του σε σπασμούς των εντέρων (σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, νεύρωση του στομάχου, ασθένεια του Crohn). Επίσης ο Λυκίσκος είναι ιδιαίτερα πλούσιος σε πικρές ουσίες (5-30%). Δύο από αυτές (humulone και lupulone) θεωρείται πως διεγείρουν την όρεξη, αντιμετωπίζοντας έτσι (ως ένα βαθμό) τη πάθηση της ανορεξίας.
BARCODE: